ΔΙΕΚΔΙΚΗΤΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΠΟΥ ΑΠΟΚΤΗΘΗΚΕ ΜΕ ΧΡΗΣΙΚΤΗΣΙΑ

Κάθε ιδιοκτήτης ακινήτου, του οποίου η κυριότητα προσβάλλεται με οποιονδήποτε τρόπο, μπορεί να προσφύγει στο δικαστήριο ζητώντας να αναγνωριστεί το ιδιοκτησιακό του δικαίωμα δηλ. η κυριότητά του επί του ακινήτου του και να υποχρεωθεί αυτός που την προσβάλλει να παύσει την προσβολή αυτή, με επιβολή χρηματικής ποινής για κάθε μελλοντική παραβίαση.

Για να είναι σωστή και πλήρης η διεκδικητική (ή αναγνωριστική) αγωγή της κυριότητας ακινήτου, του οποίου η κυριότητα αποκτήθηκε με παράγωγο τρόπο, (δηλαδή με μεταβίβαση) πρέπει ο ενάγων να αναφέρει, εκτός των άλλων και ότι κατέστη κύριος του επίδικου ακινήτου με συμβολαιογραφικό έγγραφο και μεταγραφή και ότι ο άμεσος δικαιοπάροχός του ήταν κύριος του πράγματος που μεταβίβασε. Ο τρόπος κτήσης της κυριότητας επί του επιδίκου από το δικαιοπάροχο του ενάγοντος δεν είναι στοιχείο της αγωγής και δεν χρειάζεται σε πρώτη φάση να αναφερθεί. Μόνο αν ο εναγόμενος αμφισβητήσει την κυριότητα του δικαιοπαρόχου του ενάγοντος και των προ αυτού κτητόρων του επιδίκου, υποχρεούται ο ενάγων για το ορισμένο της αγωγής να αναφέρει είτε με την αγωγή καθ’ υποφοράν είτε με τις προτάσεις του ορισμένο νόμιμο τρόπο, με τον οποίο ο δικαιοπάροχος του έγινε κύριος του ακινήτου, τέτοιος δε τρόπος μπορεί να είναι, εκτός από τον παράγωγο τρόπο, και εκείνος της κτήσης της κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία.

Συνίσταται δε ο εν λόγω τρόπος απόκτησης της κυριότητας στο ότι ο δικαιοπάροχος του ενάγοντος έχει στη νομή του, δηλαδή στην φυσική του εξουσία με διάνοια κυρίου, το ακίνητο για μία συνεχή εικοσαετία. Επίσης, για το ορισμένο της αγωγής σ’ αυτήν την τελευταία περίπτωση, πρέπει ο ενάγων στα ως ανωτέρω δικόγραφα του να αναφέρει τις διακατοχικές πράξεις του δικαιοπαρόχου του στο ακίνητο, όπως είναι, μεταξύ άλλων, η επίβλεψη, η επίσκεψη του ακινήτου, η φύλαξη αυτού, οι καταμετρήσεις και η σύνταξη σχεδιαγραμμάτων και, αν αφορά κληρονομιαίο ακίνητο, η αποδοχή της κληρονομιάς και η καταβολή φόρου κληρονομιάς. Αν, δε, η αγωγή στηρίζεται σε έκτακτη χρησικτησία, πρέπει ο ενάγων να αναφέρει και δικές του υλικές πράξεις νομής πάνω στο ακίνητο, με τις οποίες φανερώνεται η βούληση του να το έχει σαν δικό του, δυνάμενος να συνυπολογίσει, όπως ήδη προαναφέρθηκε, στο χρόνο της δικής του νομής και το χρόνο νομής του δικαιοπαρόχου του, εφόσον η κληρονομιά έχει επαχθεί με το θάνατο του κληρονομουμένου: α) επί μεν των προσώπων που τελούσαν υπό την άμεση πατρική εξουσία του αποβιώσαντος, κατά το χρόνο του θανάτου του, η κτήση της κληρονομιάς τόσο από διαθήκη όσο και από κληρονομική διαδοχή από το νόμο (εξ αδιαθέτου) γίνεται αυτοδικαίως από το νόμο χωρίς τη γνώση ή τη βούληση αυτών, β) Επί δε εξωτικών, οι τελευταίοι, προκειμένου να αποκτήσουν την κληρονομιά, πρέπει να δηλώσουν τη σχετική βούλησή τους, η οποία δήλωση, αποτελούσα την υπεισέλευση ή αποδοχή της κληρονομιάς, μπορεί να είναι ρητή ή σιωπηρή, συνισταμένη σε κάθε πράξη ή συμπεριφορά του καλουμένου στην κληρονομιά, από την οποία φανερώνεται ο σκοπός του προς κτήση της τελευταίας.

Σε αγωγή  που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Άνδρου αποδείχθηκε ότι οι ενάγοντες είναι αποκλειστικοί κύριοι, νομείς και κάτοχοι η πρώτη εξ αυτών κατά το δικαίωμα της επικαρπίας και ο δεύτερος εξ αυτών κατά το δικαίωμα της ψιλής κυριότητας, ενός αγροτεμαχίου, , εκτάσεως 8.450 τ.μ.

Τμήμα του ως άνω ακινήτου αποτελεί μια λωρίδα γης, στο νότιο τμήμα αυτού και στα όρια του ακινήτου των εναγόντων με το ακίνητο ιδιοκτησίας της εναγόμενης, επιφάνειας 1.139,25 τμ. Η λωρίδα αυτή γης αποτελεί και το επίδικο ακίνητο, το εμπράγματο δικαίωμα της κυριότητας επ’αυτού προσβλήθηκε από την εναγομένη.

Το συνολικό αγροτεμάχιο εκτάσεως 8.450 τμ περιήλθε στην πρώτη των εναγόντων κατά το δικαίωμα της επικαρπίας, στον δε δεύτερο των εναγόντων κατά το δικαίωμα της ψιλής κυριότητας, δυνάμει Πράξης Αποδοχής Κληρονομιάς νομίμως μεταγεγραμμένης στα βιβλία μεταγραφών του οικείου Υποθηκοφυλακείου. Με την Πράξη αποδοχής αποδέχθηκαν οι ενάγοντες την επαχθείσα σε αυτούς κληρονομιά του αποβιώσαντος συζύγου της πρώτης των εναγόντων και πατέρα του δεύτερου των εναγόντων …, σύμφωνα με ιδιόγραφη διαθήκη του θανόντος, δημοσιευθείσα στο Πρωτοδικείο Πειραιά, η οποία και κηρύχθηκε κυρία. Στον κληρονομούμενο, είχε περιέλθει το ως άνω αναφερόμενο ακίνητο εξ αγοράς δυνάμει αγοραπωλητηρίου συμβολαίου επίσης νομίμως μεταγεγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου. Στο εν λόγω συμβόλαιο επισυνάπτεται τοπογραφικό βάσει του οποίου ο δικαιοπάροχος του κληρονομούμενου συζύγου της πρώτης των εναγόντων και πατέρας του δεύτερου των εναγόντων, μεταβίβασε την έκταση των 8.450 τ.μ. με τα ως άνω συγκεκριμένα όρια και βεβαίωσε στο συμβόλαιο μεταβίβασης ότι το πωλούμενο αγροτεμάχιο είναι ελεύθερο παντός βάρους, χρέους, υποθήκης, εκνίκησης τρίτου, δουλεία και κάθε νομικό ελάττωμα.

Συνεπώς την εν λόγω έκταση τόσο ο κληρονομούμενος, όσο και οι κληρονόμοι του -ενάγοντες την νέμονται και την κατέχουν στο σύνολο της, εκτός της καλής πίστης και με νόμιμο τίτλο έτους 1995, στον οποίο επισυνάπτεται  τοπογραφικό διάγραμμα του 1991. Στον απώτερο δικαιοπάροχο των εναγόντων, το εν λόγω ακίνητο εκτάσεως 8.450 τ.μ., είχε περιέλθει εκ κληρονομιάς του αποβιώσαντος πατέρα του, την οποία κληρονομιά αποδέχθηκε δυνάμει Πράξης Αποδοχής Κληρονομιάς νομίμως μεταγεγραμμένης στα βιβλία μεταγραφών. Στον απώτατο δικαιοπάροχο, το ακίνητο είχε περιέλθει εν μέρει δυνάμει συμβολαίου, νομίμως μεταγεγραμμένου, και εν μέρει εκ πατρικής του κληρονομιάς.

Από το 2009, έτος θανάτου του δικαιοπαρόχου των εναγόντων, οι τελευταίοι ασκούν αδιάλειπτα την αποκλειστική νομή επί του αγροτεμαχίου εκτάσεως 8.450 τ.μ., στο οποίο περιλαμβάνεται και η επίδικη λωρίδα γης επιφάνειας 1.139,25 τ.μ., διανοία κυρίων. Στον χρόνο νομής τους, επί του επιδίκου, προσμετράται και ο χρόνος άσκησης νομής των αμέσων και απώτατων δικαιοπαρόχων, αρχής γενομένης από το έτος 1929. Οι ενάγοντες, αν και δεν είναι μόνιμοι κάτοικοι Άνδρου, επισκέπτονταν αρκετά συχνά το νησί και το ανωτέρω αγροτεμάχιο. Το ίδιο έπραττε και ο κληρονομούμενος – δικαιοπάροχος τους από το 1995, ότε και το απέκτησε. Πιο συγκεκριμένα, εκμισθωνόταν σε αγρότες και κτηνοτρόφους, οι οποίοι έβοσκαν μέσα τα ζώα τους, το είχαν δε περιφράξει με συρμάτινο πλέγμα για επιτήρηση των ζώων προκειμένου να μην προκαλέσουν ζημίες σε όμορες ιδιοκτησίες. Επίσης, δεκαετίες πριν τον δικαιοπάροχο των εναγόντων, τα όρια των ακινήτων προσδιορίζονταν με σημάδια μπογιάς πάνω σε σταθερά σημεία του εδάφους (τοπική συνήθεια), τα δε “σημάδια” φρεσκάρονταν από όλους τους απώτατους, απώτερους και τον ίδιο το δικαιοπάροχο των εναγόντων.

Το καλοκαίρι του 2009, η εναγόμενη προχώρησε σε εγκατάσταση συρμάτινης περίφραξης, μήκους 90,41 μέτρων, κατά μήκος της νότιας πλευράς του ακινήτου των εναγόντων με σκοπό την παράνομη ιδιοποίηση του επίδικου τμήματος της ιδιοκτησίας των εναγόντων, εκτάσεως 1.139,25 τ.μ., και την συνακόλουθη προσάρτηση – ενσωμάτωση αυτού στη συνεχόμενη προς νότο ιδιοκτησία της. Η εναγόμενη καταπάτησε το επίδικο εδαφικό τμήμα του ακινήτου των εναγόντων, προσβάλλοντας έτσι τα δικαιώματα κυριότητας, νομής και κατοχής των εναγόντων και αποβάλλοντας τους τελευταίους από τη φυσική εξουσίαση αυτού. Η εναγόμενη έως τότε, δηλαδή το έτος 2009, δεν είχε ασκήσει καμία πράξη νομής ή κατοχής ούτε είχε αμφισβητήσει καθοιονδήποτε τρόπο τα εμπράγματα δικαιώματα των εναγόντων. Από την ανωτέρω ενέργεια της εναγόμενης, το ακίνητο των εναγόντων εκτάσεως 8.450 τ.μ. κατέστη “τυφλό” αφού αποκόπηκε από το οδικό δίκτυο καθώς μόνο στο νοτιοδυτικό τμήμα του (μέρος του οποίου είναι το επίδικο) εφάπτεται με αγροτική οδό (μονοπάτι).

Η υπό εξέταση απόφαση του Ειρηνοδικείου έκανε δεκτή την αγωγή και αναγνώρισε τους ενάγοντες αποκλειστικούς κυρίους, νομείς και κατόχους και δη την πρώτη εξ αυτών κατά το δικαίωμα της επικαρπίας, τον δε δεύτερο εξ αυτών κατά το δικαίωμα της ψιλής κυριότητας, του επίδικου εδαφικού τμήματος επιφάνειας 1.139,25 τμ.,  το οποίο αποτελεί τμήμα του μείζονος ακινήτου των εναγόντων, εκτάσεως 8.450 τ.μ. δεχόμενο εκτός των άλλων  και την κτήση του απώτερου δικαιοπαρόχου των εναγόντων με χρησικτησία.

Αφήστε μια απάντηση