Κατά το άρθ. 1520 ΑΚ, ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, διατηρεί το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας με αυτό, τα σχετικά δε με την επικοινωνία καθορίζονται ειδικότερα από το δικαστήριο και σύμφωνα με τις ανάγκες και υποχρεώσεις κάθε οικογένειας.
Εξάλλου κατά μεν το άρθ. 950 § 2 ΚΠολΔ “αν παρεμποδίζεται το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας του γονέα με το τέκνο, η απόφαση που ρυθμίζει την επικοινωνία μπορεί να απειλήσει με χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση εκείνον που εμποδίζει την επικοινωνία και εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 947”.
Κατά δε το άρθ. 947 αυτού, το Μονομελές Πρωτοδικείο είναι αρμόδιο να βεβαιώσει την παράβαση και να καταδικάσει στη χρηματική ποινή και στην προσωπική κράτηση. Κατά τη σαφή έννοια της ανωτέρω διατάξεως του άρθ. 950 § 2 ΚΠολΔ, αποτελεί βασική προϋπόθεση για την εφαρμογή της, το γεγονός ότι εκείνος που παρεμποδίζει το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας του γονέα με το τέκνο ενεργεί με πρόθεση ματαιώσεως και αποτροπής αυτής, πράγμα το οποίο επιτυγχάνεται και όταν ο υπόχρεος παροτρύνει ή εξωθεί το τέκνο να αποφύγει την επικοινωνία.
Συνεπώς όταν ο γονέας που έχει δικαίωμα επικοινωνίας με το τέκνο, παρεμποδίζεται να το ασκήσει, επειδή ο άλλος γονέας, επηρεάζει αρνητικά το τέκνο ως προς αυτήν την επικοινωνία, το φοβίζει, το απειλεί, του δημιουργεί τύψεις ή το δωροδοκεί για να πράξει το αντίθετο, παραβιάζει την δικαστική απόφαση.
Έτσι εκτός από το ποινικό αδίκημα της παραβίασης δικαστικής απόφασης που διαπράττεται ο παρεμποδίζων την επικοινωνία γονέας υποχρεούται σε χρηματική ποινή για κάθε τέτοια παραβίαση, ενώ κινδυνεύει και με προσωπική κράτηση.
Όταν όμως η επικοινωνία ματαιώνεται λόγω αρνήσεως του τέκνου να επικοινωνήσει με το γονέα του, η ματαίωση αυτή δεν οφείλεται αναγκαστικά, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, σε επίδραση του γονέα που έχει υποχρέωση από το ουσιαστικό δίκαιο (άρθ. 1520 ΑΚ) να ανεχθεί την επικοινωνία, εφαρμόζοντας τη σχετική δικαστική απόφαση, ενώ εξάλλου δεν θεσπίζεται με οποιαδήποτε κανόνα υποχρέωση αυτού να κάμψει την ανωτέρω άρνηση, πειθαναγκάζοντας προς το σκοπό αυτό το τέκνο του με κάθε μέσο.
Περαιτέρω από τη διάταξη του άρθ. 947 § 1 ΚΠολΔ. προκύπτει ότι σε περίπτωση περισσότερων παραβάσεων, οι οποίες διαπιστώνονται δικαστικώς, οφείλονται ισάριθμες χρηματικές ποινές και χωρεί καταδίκη σε προσωπική κράτηση για κάθε παράβαση. Όταν όμως, κατά την ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, μέσα σε ορισμένο χρονικό διάστημα συντρέξουν περισσότερες παραβάσεις που συνιστούν διαρκή ενέργεια ή συγκροτούν μία φυσική ενότητα ενέργειας, τότε επιβάλλεται μία μόνο ποινή και όχι αθροιστικά τόσες ποινές όσες και οι μερικότερες παραβάσεις