Το τελευταίο χρονικό διάστημα η ανάρτηση των προσωρινών δασικών χαρτών από το Κτηματολόγιο, έχει φέρει τα πάνω κάτω με τις ιδιοκτησίες που χαρακτηρίζονται δασικές ή αναδασωτέες και με τους περιορισμούς που αυτές συνεπάγονται ως προς την μεταβίβαση, ανοικοδόμηση και εν γένει εκμετάλλευση των ακινήτων αυτών, να απασχολεί τους ιδιοκτήτες.
Στην φάση αυτή, οι πολίτες καλούνται να υποβάλουν τις ενστάσεις τους στο Κτηματολόγιο για τον αποχαρακτηρισμό των εκτάσεων ως δασικών ή αναδασωτέων. Μετά την εξέταση των ενστάσεων θα αναρτηθεί ο οριστικός δασικός χάρτης κάθε περιοχής.
Υπάρχουν όμως κι αποφάσεις σχετικά με την κήρυξη εκτάσεων ως δασικών και αναδασωτέων της Περιφέρειας, οι οποίες εκδίδονται μετά από μεγάλες πυρκαγιές σε δασικές εκτάσεις, προκειμένου αυτές να προστατευθούν άμεσα από επίδοξους καταπατητές.
Σύμφωνα με το νόμο κάθε αποψιλούμενη δασική έκταση, δημοσία ή ιδιωτική, κηρύσσεται υποχρεωτικώς ως αναδασωτέα με μόνη την αντικειμενική διαπίστωση της συνδρομής των προϋποθέσεων του άρθρου 117 παρ. 3 Συντ., η δε απόφαση περί αναδάσωσης πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένη ως προς τον χαρακτηρισμό της έκτασης ως δάσους ή δασικής έκτασης.
Το άρθρο 117 παράγρ. 3 του Συντάγματος, αναφέρει ότι «Δημόσια ή ιδιωτικά δάση και δασικές εκτάσεις που καταστράφηκαν ή καταστρέφονται από πυρκαγιά ή που με άλλον τρόπο αποψιλώθηκαν ή αποψιλώνονται δεν αποβάλλουν για το λόγο αυτό το χαρακτήρα που είχαν πριν καταστραφούν, κηρύσσονται υποχρεωτικά αναδασωτέες και αποκλείεται να διατεθούν για άλλο προορισμό». Εξ άλλου, κατά το άρθρο 38 παράγρ. 1 του ν. 998/1979 «Περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της Χώρας» (Α΄ 289): «Κηρύσσονται υποχρεωτικώς ως αναδασωτέα τα δάση και αι δασικαί εκτάσεις, ανεξαρτήτως της ειδικωτέρας κατηγορίας αυτών ή της θέσεως εις ην ευρίσκονται, εφ’ όσον ταύτα καταστρέφονται συνεπεία πυρκαϊάς ή παρανόμου υλοτομίας αυτών», ενώ, κατά το άρθρο 41 παράγρ. 1 του αυτού νόμου : «Η κήρυξις εκτάσεως ως αναδασωτέας ενεργείται δι’ αποφάσεως του οικείου νομάρχου [ήδη του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας] καθοριζούσης σαφώς τα όρια της εκτάσεως, η οποία κηρύσσεται αναδασωτέα και συνοδευομένης υποχρεωτικώς υπό σχεδιαγράμματος, το οποίον δημοσιεύεται εν φωτοσμικρύνσει μετά της αποφάσεως εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως», κατά δε την παράγρ. 3 του ιδίου άρθρου: «Ειδικώς προκειμένου περί κηρύξεως εκτάσεων ως αναδασωτέων ένεκα μερικής ή ολικής καταστροφής δάσους ή δασικής εκτάσεως εκ πυρκαϊάς ή άλλης αιτίας εκ των εν άρθρ. 38 παρ. 1 αναφερομένων η κατά την παρ. 1 του παρόντος άρθρου απόφασις του νομάρχου εκδίδεται, μετά εισήγησιν της αρμοδίας δασικής υπηρεσίας υποχρεωτικώς εντός τριών μηνών [ήδη δύο μηνών], από της καταστολής της πυρκαϊάς ή της διαπιστώσεως της εξ άλλης αιτίας καταστροφής …».
Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, κάθε αποψιλούμενη δασική έκταση, δημοσία ή ιδιωτική, κηρύσσεται υποχρεωτικώς ως αναδασωτέα με μόνη την αντικειμενική διαπίστωση της συνδρομής των κατά την ανωτέρω συνταγματική διάταξη προϋποθέσεων, η δε απόφαση περί αναδάσωσης πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένη ως προς τον χαρακτηρισμό της έκτασης ως δάσους ή δασικής έκτασης. Η αιτιολογία όμως αυτή μπορεί να συμπληρώνεται και από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου.
Στην υπό κρίση περίπτωση, μετά από έκθεση αυτοψίας Δασολόγων του Δασαρχείου Καπανδριτίου διαπιστώθηκε, ότι την 21η Αυγούστου 2009 εκδηλώθηκε πυρκαγιά στην δασική θέση «Πυργάθι» Γραμματικού Αττικής που επεκτάθηκε την 22 έως 24 Αυγούστου 2009 και έκαψε εκτάσεις που υπάγονται στις κτηματικές περιφέρειες των κοινοτήτων Γραμματικού, Βαρνάβα, Καπανδριτίου Αττικής, καθώς και του Δήμου Μαραθώνα Αττικής. Επίσης επεκτάθηκε σε εκτάσεις αρμοδιότητας του Δασαρχείου Πεντέλης. Το σύνολο των εκτάσεων που περιλαμβάνονται στο περίγραμμα της ανωτέρω πυρκαγιάς, εμφανίζεται με συνεχή κόκκινη γραμμή πάχους 0,8 χιλ. και ανέρχεται συνολικά σε 93.160 στρέμματα. Από αυτές τις εκτάσεις, οι εκτάσεις που ήταν ανέκαθεν δάση, δασικές και δημόσιες χορτολιβαδικές εκτάσεις καθώς και οι κοινόχρηστες και διαθέσιμες εποικιστικές εκτάσεις που την ημέρα της πυρκαγιάς είχαν την μορφή δάσους και δασικής έκτασης ήταν συνολικού εμβαδού 57.153 στρεμ. Οι εκτάσεις που είναι εκχερσωμένες εκτάσεις, δηλαδή δάση ή δασικές εκτάσεις ή χορτολιβαδικές το έτος 1938, άλλης μορφής σήμερα, είναι συνολικού εμβαδού 2.208 στρέμματα. Οι εκτάσεις που είναι δασωμένοι αγροί αγροτικές εκτάσεις το έτος 1938 δάσος ή δασική έκταση σήμερα και δασωμένα κληροτεμάχια είναι συνολικού εμβαδού 6.827 στρέμματα. Οι εκτάσεις που ήταν δασωμένοι αγροί και δασωμένα κληροτεμάχια που εκχερσώθηκαν το 1978 και σήμερα έχουν την αγροτική μορφή είναι συνολικού εμβαδού 644 στέμματα. Περαιτέρω, στην πιο πάνω έκθεση αυτοψίας αναφέρεται, ότι η φωτοερμηνεία των εκτάσεων έγινε με την βοήθεια Α/φιων Ο/φ των ετών 1938 ή 1945-1978 και 2007, Εν συνεχεία, κατόπιν σχετικής προτάσεως κηρυχτήκαν αναδασωτέα 66.832 στρέμματα που ήταν δάση και δασικές εκτάσεις. Αρκετές από τις μη δασικές εκτάσεις ήταν γεωργικές εκτάσεις και ισχύουν τελεσίδικες πράξεις χαρακτηρισμού του Δασάρχη και προσωρινοί δασικοί χάρτες που συντάχθηκαν κατ’ εφαρμογή του ν. 248/76.
Ο εδώ αιτών ήταν ιδιοκτήτης έκτασης η οποία κρίθηκε αναδασωτέα. Με αίτηση του προς το Δασαρχείο Καπανδριτίου προσκόμισε στην υπηρεσία 4 τοπογραφικά διαγράμματα με την επίδικη έκταση, εμβαδού 9.937 τ.μ. Κατόπιν διενέργειας ελέγχου και φωτοερμηνείας της εκτάσεως συντάχθηκε έγγραφο απόψεων της Διοίκησης, σύμφωνα με το οποίο η εν λόγω έκταση χωρίζεται σε τρία τμήματα ως προς τα οποία αναφέρονται ότι τμήμα εμβαδού 3063 τ.μ. εξαιρέθηκε της απόφασης κήρυξης ως μη δασική έκταση. Η υπόλοιπη έκταση συνολικού εμβαδού 6874 τ.μ. είναι κηρυγμένη αναδασωτέα. Όλη η επίδικη έκταση των 9937 τ.μ. αποτελεί κληροτεμάχιο στην θέση “Πουρίθι Ίλκιζα” Βαρνάβα του 1934». Από την φωτοερμηνεία των αεροφωτογραφιών, στην οποία προέβη η δασική αρχή, προέκυψε ότι: Το 1937 όλη η επίμαχη έκταση των 9937 τ.μ. είναι δάσος αειφύλλων πλατυφύλλων και πεύκων πυκνότητας 50-60 %. Το 1945 η έκταση έχει υποστεί ανθρώπινες επεμβάσεις με την πυκνότητα της βλάστησης να κυμαίνεται από 10 έως 30%. Το 1960 η μέρος της έκτασης είναι μη δασική και η υπόλοιπη συνολικού εμβαδού 6874 τ.μ. δάσος πυκνότητας 45%. Το 1978 η έκταση παραμένει όπως το 1960 με την πυκνότητα της βλάστησης να έχει αυξηθεί στο 70%, ενώ, και το 2007 η κατάσταση είναι ίδια με τα προηγούμενα έτη. Στην έκθεση φωτοερμηνείας επισυνάπτεται απόσπασμα ορθοφωτογραφίας έτους 2010 με την έκταση μετά την φωτιά, όπου φαίνεται το επίδικο κτήμα με την ίδια μορφή που είχε πριν την φωτιά του 2009, διότι, όπως αναφέρει η Δασική Αρχή, οι θάμνοι που υπήρχαν στο δάσος αναβλάστησαν μέσα σε ένα χρόνο αφού η έκταση δεν καλλιεργείτο , η μη δασική δε έκταση παραμένει χωρίς ιδιαίτερη δασική βλάστηση. Τέλος, καταλήγει η Διοίκηση στο συμπέρασμα, ότι στο τμήμα που άλλαξε μορφή μετά το 1937 έγινε νόμιμη αλλαγή χρήσης μετά την διανομή του 1934 και για αυτό δεν κηρύχθηκε αναδασωτέο, ενώ, η υπόλοιπη έκταση των 6874 τ.μ. είχε ανέκαθεν την μορφή του δάσους και ορθά κηρύχτηκε αναδασωτέα.
Επειδή, επομένως δεν αιτιολογείται νομίμως ο δασικός χαρακτήρας της επίμαχης έκτασης των 9.937 τ.μ. ως προς τη συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων, οι οποίες απαιτούνται για να θεωρηθεί ότι ορισμένη έκταση έχει δασική μορφή. Από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει, κατά τα αναφερόμενα ότι ένα τμήμα της έκτασης εμβαδού 3063 τ.μ. είναι μη δασικό, σύμφωνα με τη φωτοερμηνεία αεροφωτογραφιών των ετών 1945, 1960, 1978 και 2007, η οποία περιέχεται στο έγγραφο απόψεων του Δασαρχείου Καπανδριτίου. Περαιτέρω, όμως, από την φωτοερμηνεία των παραπάνω αεροφωτογραφιών, η οποία περιέχεται στο ίδιο έγγραφο απόψεων του Δασαρχείου Καπανδριτίου, προκύπτει ότι τα υπόλοιπα τμήματα της επίμαχης έκτασης, είχαν ανέκαθεν την μορφή του δάσους το γεγονός δε αυτό αρκεί, για την υπαγωγή τους στη δασική νομοθεσία. Επομένως, η κρινόμενη αίτηση γίνεται δεκτή εν μέρει και ακυρώθηκε η προσβαλλόμενη πράξη, κατά το μέρος, που κηρύχθηκε ως αναδασωτέο το τμήμα της επίμαχης έκτασης εμβαδού 3063 τ.μ.,