Για λόγους διάφορους οικονομικούς και πρακτικούς, πολλοί από μας επιλέγουμε να αγοράσουμε μεταχειρισμένο αυτοκίνητο αντί για καινούργιο. Η αγορά ενός μεταχειρισμένου οχήματος είτε από εταιρεία εμπορίας αυτοκινήτων είτε από ιδιώτη εγκυμονεί κινδύνους αν δεν είμαστε προσεκτικοί.
Είναι πολλές οι περιπτώσεις που το νέο αυτοκίνητο μετά την αγορά του παρουσιάζει ελαττώματα και προβλήματα που αν ο αγοραστής τα γνώριζε ή τα είχε αντιληφτεί εξ αρχής δεν θα προχωρούσε στην αγορά του συγκεκριμένου οχήματος.
Ποια όμως είναι τα βασικά σφάλματα που κάνουμε όταν αγοράζουμε ένα μεταχειρισμένο αυτοκίνητο;
Έχει παρατηρηθεί ότι πολλοί αγοραστές πείθονται από την προφορική εγγύηση του εμπόρου ή του ιδιώτη ότι το αυτοκίνητο που θέλουν να αγοράσουν είναι λειτουργικό, ασφαλές, ατρακάριστο με λίγα χιλιόμετρα, χωρίς βλάβες, χωρίς να θέλει επισκευή και χωρίς ελαττώματα.
Βιάζονται δε οι έμποροι και οι ιδιώτες να προβούν στην μεταβίβαση της άδειας κυκλοφορίας και να πάρουν τα χρήματα. Πολλές δε φορές το τίμημα δεν εμφανίζεται ολόκληρο και μέρος αυτού είναι με μετρητά.
Τι πρέπει να κάνουμε λοιπόν για να διασφαλιστούμε ότι το αυτοκίνητο που αγοράζουμε είναι πράγματι της αρεσκείας μας και χωρίς κρυμμένες δυσάρεστες εκπλήξεις;
Μα φυσικά να το ελέγξουμε πριν την αγορά, πριν την καταβολή ακόμα και προκαταβολής, με έμπειρο δικό μας μηχανικό αυτοκινήτων. Δεν βιαζόμαστε να το «κλείσουμε» αν δεν είμαστε απόλυτα σίγουρα για την καλή του κατάσταση. Δεν βλέπουμε λοιπόν το όχημα από φωτογραφίες ή βίντεο των εμπόρων, ούτε υποχωρούμε όταν ο πωλητής προσπαθεί να μας πείσει για το αχρείαστο του ελέγχου από μηχανικό.
Πάντα μα πάντα παίρνουμε το αυτοκίνητο πριν οποιαδήποτε οριστική συμφωνία και ή το πάμε σε συνεργείο αυτοκινήτων που εμπιστευόμαστε και ποτέ επιλογής του πωλητή ή επισκεπτόμαστε τον πωλητή μαζί με έμπιστο και έμπειρο μηχανικό αυτοκινήτων που θα κάνει επιτόπιο έλεγχο.
Οδηγούμε το αυτοκίνητο ικανή ώρα ώστε να ελέγξουμε και την οδηγική συμπεριφορά του σε χαμηλές και υψηλές ταχύτητες.
Δεν προκαταβάλλουμε καπάρο αν δεν προηγηθεί ο παραπάνω έλεγχος. Είμαστε πολύ επιφυλακτικοί όταν βλέπουμε τιμές ευκαιρίας.
Τέλος όταν δίνουμε χρήματα αλλά το τίμημα που φαίνεται δεν ανταποκρίνεται του πραγματικού, φροντίζουμε να παίρνουμε μία βεβαίωση αν όχι με γνήσιο υπογραφής, τύπου υπεύθυνης δήλωσης τουλάχιστον χειρόγραφη με πλήρη στοιχεία ονοματεπωνύμου και αριθμού δελτίου ταυτότητας και υπογραφή από τον πωλητή όπου αναφέρεται το πραγματικό τίμημα που έλαβε και ότι το όχημα δεν έχει ελαττώματα. Και αν δεν υπογράφει για το δεύτερο τουλάχιστον ας επιμείνουμε για το πρώτο. Διαφορετικά όλο το τίμημα σε τραπεζικό λογαριασμό ώστε να φαίνεται. Στη χειρότερη θα πρέπει να έχουμε αποθηκεύσει την αγγελία πώλησης με το τίμημα που φαίνεται σε αυτήν πριν την αποσύρει ο πωλητής.
Αν όμως δεν τηρήσουμε όλα τα παραπάνω και εν τέλει αποδειχθεί ότι το όχημα που αγοράσαμε έχει νομικό ή πραγματικό ελάττωμα πώς πρέπει να κινηθούμε;
Νομικά, επί πωλήσεως πράγματος που έχει έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας ή κρυμμένο πραγματικό ελάττωμα, ο πωλητής έχει ευθύνη έναντι του αγοραστή, για αντικατάσταση του πωληθέντος ελαττωματικού οχήματος ή για μείωση του τιμήματος ή και αποζημίωση του αγοραστή για την ζημία την οποία υπέστη, συνεπεία της έλλειψης της συνομολογημένης ιδιότητας ή την ύπαρξη του πραγματικού ελαττώματος.
Σε περίπτωση, που κατά το χρόνο της αγοράς του μεταχειρισμένου αυτοκινήτου στον αγοραστή, υφίσταται πραγματικό ελάττωμα ή έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας του πωληθέντος αντικειμένου, ο αγοραστής δικαιούται:
Α) να απαιτήσει διόρθωση ή αντικατάσταση του πράγματος με άλλο, εκτός αν η ενέργεια είναι αδύνατη ή προκαλεί δυσανάλογες δαπάνες,
Ή
Β) να μειώσει το τίμημα ή να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, εκτός και αν πρόκειται για επουσιώδες ελάττωμα.
Επιπρόσθετα, όταν υφίσταται έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας ή η τυχόν ελαττωματικότητα του πράγματος οφείλεται σε υπαιτιότητα του πωλητή, ο αγοραστής μπορεί, σωρευτικά, με τα ανωτέρω δικαιώματα να απαιτήσει αποζημίωση για τη ζημία, που δεν καλύπτεται από την άσκηση τους.
Πραγματικό ελάττωμα συνιστά η ατέλεια του πράγματος, που αφορά στην ιδιοσυστασία ή την κατάσταση του κατά τον κρίσιμο χρόνο της αγοράς του και η οποία έχει αρνητική επίδραση στην αξία ή τη χρησιμότητα αυτού.
Ως ιδιότητα δε του πράγματος θεωρείται, όχι μόνο κάποιο συγκεκριμένο φυσικό γνώρισμα ή πλεονέκτημα αυτού, αλλά και οποιαδήποτε σχέση, η οποία, από το είδος και τη διάρκεια της, επιδρά κατά την αντίληψη των συναλλαγών στην αξία ή τη χρησιμότητα του πράγματος, ενώ ως συνομολογημένη νοείται μία ιδιότητα, όταν υπάρχει ρητή ή σιωπηρή συμφωνία των μερών ότι το πράγμα έχει την συγκεκριμένη ιδιότητα, στην ύπαρξη της οποίας αποδίδεται ιδιαίτερη σημασία από τον αγοραστή και την οποία ο πωλητής εγγυάται αναλαμβάνοντας και την ευθύνη για την ενδεχόμενη έλλειψη της.
Η παροχή πράγματος από τον πωλητή στον αγοραστή χωρίς τις ως άνω ιδιότητες και με πραγματικά ελαττώματα είναι θεμελιωτική της ευθύνης λόγω μη εκπληρώσεως και παρέχει στον αγοραστή και το δικαίωμα να αξιώσει, τη διόρθωση του πράγματος ή τη μείωση του τιμήματος. Το δικαίωμα μειώσεως του τιμήματος μπορεί να ασκηθεί είτε δικαστικά με αγωγή είτε εξώδικα με σχετική μονομερή και άτυπη δήλωση του αγοραστή προς τον πωλητή, η οποία διαπλάσσει τη νέα έννομη κατάσταση και επιφέρει τα ενοχικά αποτελέσματα της από τη χρονική στιγμή που θα περιέλθει στον πωλητή. Έκτοτε, ο τελευταίος υποχρεούται, κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό εφόσον το τίμημα κατεβλήθη ολοσχερώς από τον αγοραστή, να επιστρέφει σ’ αυτόν το τμήμα εκείνο του τιμήματος κατά το οποίο μειώθηκε τούτο με την άσκηση του παραπάνω δικαιώματος (αγωγής ή εξωδίκου).
Περαιτέρω, μπορεί να υπάρξει και επιπλέον υποχρέωση του πωλητή να αποζημιώσει τον αγοραστή και να ικανοποιήσει την ηθική του βλάβη, όταν η ζημία (θετική ή αποθετική) προκλήθηκε παρά το νόμο από πράξη ή παράλειψη, η οποία οφείλεται σε δόλο ή αμέλεια του πωλητή και εφόσον υφίσταται αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της πράξης ή παράλειψης και της ζημίας, που επήλθε.
Η ζημία είναι παράνομη όταν με την πράξη ή παράλειψη του υπαιτίου προσβάλλεται δικαίωμα ή και απλό συμφέρον του παθόντος, προστατευόμενο από ορισμένη διάταξη νόμου, η οποία παραβιάσθηκε. Μόνη η αθέτηση προϋφιστάμενης ενοχής είναι μεν πράξη παράνομη, δεν συνιστά όμως και αδικοπραξία, ώστε να δικαιολογεί περαιτέρω αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης.
Είναι ωστόσο δυνατό μια ζημιογόνα ενέργεια, πράξη ή παράλειψη, με την οποία παραβιάζεται η σύμβαση, να θεμελιώνει συγχρόνως και ευθύνη από αδικοπραξία. Αυτό συμβαίνει όταν η ενέργεια αυτή και χωρίς την προϋπάρχουσα συμβατική σχέση θα ήταν παράνομη, ως αντίθετη στο γενικό καθήκον να μην προκαλεί κανείς υπαιτίως ζημία σε άλλον. Ειδικότερα, όταν υπάρχει ενδοσυμβατική ευθύνη για πραγματικό ελάττωμα του πωληθέντος πράγματος, για τη θεμελίωση και αδικοπρακτικής ευθύνης του πωλητή, θα πρέπει η ύπαρξη του ελαττώματος να αποδίδεται σε υπαίτια συμπεριφορά του, όπως συμβαίνει όταν αυτός με πρόθεση επιδιώκει να δημιουργήσει, ενισχύσει ή διατηρήσει πεπλανημένη εντύπωση στον αγοραστή, αναφορικά με την ανυπαρξία πραγματικού ελαττώματος, με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών, ή με την απόκρυψη των αληθινών γεγονότων.
Με απλά και κατανοητά λόγια ο αγοραστής μπορεί να στραφεί κατά του πωλητή μετά την αγορά ελαττωματικού αυτοκινήτου εφόσον μπορεί να αποδείξει ότι το ελάττωμα υπήρχε κατά την πώληση και η ύπαρξη του ήταν γνωστή στον πωλητή αλλά την απέκρυψε και να διεκδικήσει είτε με αγωγή είτε εξωδικαστικά α) την επιστροφή του συνόλου των χρημάτων του ή β) την παράδοση σε αυτόν άλλου οχήματος ίδιου με το ελαττωματικό (αυτό μπορεί να συμβεί κυρίως όταν το όχημα είναι καινούργιο και έχει ελάττωμα εκ κατασκευής οπότε μπορεί να αντικατασταθεί με άλλο καινούργιο από την αντιπροσωπεία) ή αλλιώς γ) όλα τα έξοδα που κατέβαλε ο αγοραστής για την επισκευή του. Ο αγοραστής μπορεί να επιλέξει μία από τις τρεις επιλογές και όχι και τις τρεις μαζί. Παράλληλα μπορεί να διεκδικήσει και χρηματική αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης.
Η συλλογή των αποδεικτικών στοιχείων που θα βεβαιώσουν και πιστοποιήσουν το ελάττωμα είναι πολύ σημαντική σε αυτές τις περιπτώσεις ενώ οι προθεσμίες για την προσφυγή στα δικαστήρια πολύ σύντομες για το λόγο αυτό οι αγοραστές θα πρέπει να επικοινωνήσουν άμεσα με δικηγόρο που θα τους καθοδηγήσει για τις απαιτούμενες ενέργειεςa