Ο Α.Κ ορίζει στο άρθρο 300, ότι αν εκείνος που ζημιώθηκε συνετέλεσε από δικό του πταίσμα στη ζημία ή την έκταση της, το Δικαστήριο μπορεί να μην επιδικάσει αποζημίωση ή να μειώσει το ποσό της.
Η διάταξη του άρθρου 916 του ίδιου κώδικα ορίζει ότι όποιος δεν έχει συμπληρώσει το 10ο έτος της ηλικίας του δεν ευθύνεται για τη ζημία που προξένησε.
Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων σαφώς προκύπτει ότι, αν πρόκειται για ζημία που προξενήθηκε από υπαιτιότητα τρίτου προσώπου σε βάρος προσώπου που δεν συμπλήρωσε το 10ο έτος της ηλικίας του και επομένως, δεν έχει ικανότητα για καταλογισμό, δεν μπορεί να αντιταχθεί κατά του ανηλίκου το ίδιον αυτού πταίσμα (αποκλειστική υπαιτιότητα ή συνυπαιτιότητα) για τη μείωση των συνεπειών εις βάρος του αδικοπραγήσαντος. Με άλλα λόγια αν ένα ανήλικο τέκνο ξεφύγει από την εποπτεία των γονέων του, εμπλακεί σε τροχαίο ατύχημα και τραυματισθεί, τότε ο οδηγός του ζημιογόνου οχήματος δεν μπορεί να αντιτάξει κατά του ίδιου του ανήλικου τέκνου ένσταση συνυπαιτιότητας για να μειωθεί το ποσό της αποζημίωσης, διότι το ανήλικο δεν έχει ικανότητα καταλογισμού και συνεπώς δεν ευθύνεται για τις πράξεις του.
Επιπροσθέτως, βάσει του άρθρου 5 παρ. 1 περ. γ` του ν. ΓΠΝ/1911, όλοι οι εκ του νόμου αυτού ενεχόμενοι απαλλάσσονται, εάν ισχυριστούν και αποδείξουν αποκλειστικό πταίσμα τρίτου προσώπου, μη ανήκοντος στην υπηρεσία του αυτοκινήτου, ευρισκομένου πάντως στον τόπο του ατυχήματος, π.χ. αν αποδείξουν ότι υπαίτιο για το ατύχημα ήταν τρίτο μη άμεσα εμπλεκόμενο όχημα. Όμως, επί ανηλίκου κάτω των 10 ετών, που τραυματίστηκε από αυτοκίνητο και ζητά αποζημίωση για τη ζημία ή χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, δεν μπορεί να αντιταχθεί από τον εναγόμενο οδηγό, η αμέλεια των εποπτευόντων αυτό γονέων του, δηλαδή να χωρήσει εις βάρος του ανηλίκου, καταλογισμός πταίσματος των νομίμων αντιπροσώπων του (γονέων) σε σχέση προς την από αυτούς ασκούμενη, επιτήρηση και επίβλεψη. Και τούτο διότι, α) ο αδικοπραγήσας τρίτος και οι εποπτεύοντες γονείς του ανηλίκου ευθύνονται εξ ίσου (εις ολόκληρον) έναντι του ανήλικου για τη ζημία που υπέστη λόγω του τραυματισμού του, β) ο νομοθέτης θα αντέφασκε με τον εαυτό του αν, στον έχοντα ανάγκη επιμέλειας ανήλικο προς τον οποίο παρέχει πολλαπλώς την προστασία του (αρθρ. 128, 129, 916, 1510, 1518 ΑΚ), καταλόγιζε ευθύνη για πράξεις άλλων και δη ενέργειες ή παραλείψεις των γονέων του, που είναι υποχρεωμένοι εκ του νόμου για την επιμέλεια και την εκπροσώπησή του.
Από την άλλη μεριά, το άρθρο 923 ΑΚ καθιερώνει υποχρέωση αυτού που έχει από το νόμο ή δυνάμει συμβάσεως την εποπτεία ανηλίκου να διαφυλάσσει τους τρίτους από την πρόκληση ζημίας εκ μέρους του εποπτευομένου και σε περίπτωση υπαίτιας παραμελήσεως της υποχρεώσεως αυτής, ευθύνη προς αποζημίωση. Τέτοια πρόσωπα, που έχουν εκ του νόμου υποχρέωση προς επιμέλεια του προσώπου του ανηλίκου, είναι οι γονείς του κατά το μέτρο που ασκούν τη γονική επ`αυτού μέριμνα (1510 ΑΚ) και υποχρεούνται από αυτήν στην επίβλεψη του ανηλίκου και στη ρύθμιση της συμπεριφοράς του στον εξωτερικό κόσμο. Εάν από την παραμέληση της εποπτείας υπέστη ζημία ο ίδιος ο εποπτευόμενος, η ευθύνη του εποπτεύοντος γονέως κρίνεται με βάση την ιδιαίτερη σχέση (νομική ή συμβατική), από την οποία πηγάζει η υποχρέωση προς εποπτεία ή ενδεχομένως κατ` αρθρ. 914 ΑΚ. Για τη βλάβη του ίδιου του εποπτευομένου υπάρχει εις ολόκληρον ευθύνη μεταξύ του τρίτου (οδηγού) και του εποπτεύοντος.
Περαιτέρω, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 926 και 927 ΑΚ, εκείνος που αποκατέστησε ζημία, για την οποία ευθύνονται περισσότεροι, έχει δικαίωμα να ζητήσει από τους συνοφειλέτες του αναγωγικά εκείνο το μέρος που βαρύνει αυτούς. Το μέτρο της μεταξύ τους ευθύνης προσδιορίζεται από το Δικαστήριο (κατά κανόνα) ανάλογα με το βαθμό του πταίσματος που βαρύνει καθένα συνοφειλέτη. Το δικαίωμα αναγωγής στην εσωτερική σχέση μεταξύ των περισσοτέρων συνοφειλετών μπορεί να ασκηθεί είτε με αυτοτελή αγωγή, εάν ο ενάγων συνοφειλέτης αποκατέστησε αυτός όλη τη ζημία του ζημιωθέντος ή κατέβαλε ποσό μεγαλύτερο από τη μερίδα του, είτε με παρεμπίπτουσα αγωγή στα πλαίσια της κύριας δίκης αποζημιώσεως, όταν ο συνυπόχρεος δεν έχει ακόμη καταβάλλει κανένα ποσό και την ασκεί για την περίπτωση ήττας του, στρεφόμενος κατά του συνεναγόμενου συνοφειλέτη του.
Και στη μία όμως και στην άλλη περίπτωση για να είναι νόμιμη η (αν) αγωγή, πρέπει ο ενάγων να αποδέχεται εξαρχής και την δική του συνυπαιτιότητα. Αντίθετα, εάν δεν την αποδέχεται και υποστηρίζει ότι αποκλειστικά υπαίτιος είναι ο (κυρίως ή παρεμπιπτόντως) εναγόμενος ή ο ενάγων, τότε δεν έχει θέση η αναγωγή, διότι αυτή προϋποθέτει συνενοχή. Σε περίπτωση, όμως, αποκλειστικής υπαιτιότητας μία μόνο ενοχή γεννάται, εκείνη του υπαιτίου και συνεπώς δεν νοείται αναγωγή.
Πρακτικά σε περίπτωση που ένα ανήλικο, υπό την εποπτεία της γιαγιάς του, ξεφύγει της προσοχής της και προκαλέσει τροχαίο ατύχημα, τότε: α) Οι γονείς ως ασκούντες την επιμέλεια του ανηλίκου, δικαιούνται να προσφύγουν στα δικαστήρια και να ζητήσουν αποζημίωση για τις ζημιές και χρηματική αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης για τον τραυματισμό του ανήλικου. Η αγωγή θα στραφεί κατά του οδηγού, του ιδιοκτήτη του οχήματος και της ασφαλιστικής εταιρείας.
β) Οι εναγόμενοι (οδηγός, ιδιοκτήτης και ασφαλιστική εταιρεία) δεν μπορούν να προτείνουν την ένσταση υπαιτιότητας ή συνυπαιτιότητας του ανήλικου στην πρόκληση του τροχαίου ατυχήματος διότι σύμφωνα με το νόμο, το ανήλικο δεν έχει καταλογισμό. Συνεπώς το Δικαστήριο θα επιδικάσει αποζημίωση υπέρ του ανηλίκου χωρίς να γίνει μείωση αυτής λόγω συνυπαιτιότητας.
γ) Στην περίπτωση που πράγματι υπαίτιος του τροχαίου ατυχήματος είναι ο έχων την επιμέλεια του ανήλικου (π.χ. γιαγιά στην συγκεκριμένη περίπτωση) οι εναγόμενοι (οδηγός, ασφαλιστική κ.τ.λ.) στην περίπτωση που καταβάλουν την αποζημίωση στο ανήλικο μπορούν να ασκήσουν νέα αγωγή (ενάγοντες πλέον) κατά της γιαγιάς (εναγόμενη) και να ζητήσουν από το Δικαστήριο να κρίνει το ποσοστό της μεταξύ τους συνυπαιτιότητας. Αν το Δικαστήριο κρίνει ότι συνυπαίτιος ήταν ο οδηγός κατά 70% και η έχουσα την εποπτεία κατά 30%, τότε οι ενάγοντες μπορούν να ζητήσουν από την εναγομένη γιαγιά το 30% του ποσού που κατέβαλαν ως αποζημίωση.
δ) Οι εναγόμενοι (οδηγός, ασφαλιστική κ.τ.λ.) μπορούν να ασκήσουν αναγωγή κατά την συζήτηση της αγωγής των γονέων για την αποζημίωση του ανήλικου. Στην περίπτωση αυτή όμως πρέπει οι εναγόμενοι να παραδέχονται και να ομολογούν την υπαιτιότητά τους. Και τούτο διότι ευθύνονται μαζί με την γιαγιά και συνεπώς η υπαιτιότητά τους είναι δεδομένη. Το Δικαστήριο στα πλαίσια της δίκης θα διαπιστώσει αν υπάρχει και συνυπαιτιότητα της γιαγιάς ως προς την άσκηση της εποπτείας της και το ποσοστό αυτής.
Στην περίπτωση αυτή η ασφαλιστική θα καταβάλει όλη την αποζημίωση στο ανήλικο και στην συνέχεια θα διεκδικήσει από την γιαγιά το δικό της ποσοστό.