Συμβαίνει πολύ συχνά η αναζήτηση και αγορά μεταχειρισμένου αυτοκίνητου για λόγους οικονομικούς. Είναι δε γνωστό, ότι στο παρελθόν έχει συμβεί και αποκαλυφθεί ότι τα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα έχουν πραγματικά ελαττώματα άλλοτε σοβαρά που επηρεάζουν ακόμα και την ίδια την ασφάλεια του αυτοκινήτου και άλλοτε όχι τόσο σοβαρά αλλά αν ήταν γνωστά η πώληση να μην είχε πραγματοποιηθεί ή να γινόταν με χαμηλότερο τίμημα όπως, π.χ. με τα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα που φέρονται να έχουν πειραγμένο χιλιομετρητή.
Νομικά, επί πωλήσεως πράγματος που έχει έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας ή κρυμμένο πραγματικό ελάττωμα, ο πωλητής έχει ευθύνη έναντι του αγοραστή, για αντικατάσταση του κατ’ είδος ορισμένου πωληθέντος ελαττωματικού πράγματος ή για μείωση του τιμήματος ή και αποζημίωση του αγοραστή για την ζημία την οποία υπέστη, συνεπεία της έλλειψης της συνομολογημένης ιδιότητας ή την ύπαρξη του πραγματικού ελαττώματος.
Σε περίπτωση, που κατά το χρόνο της αγοράς του μεταχειρισμένου αυτοκινήτου στον αγοραστή, υφίσταται πραγματικό ελάττωμα ή έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας του πωληθέντος αντικειμένου, ο αγοραστής δικαιούται:
Α) να απαιτήσει διόρθωση ή αντικατάσταση του πράγματος με άλλο, εκτός αν η ενέργεια είναι αδύνατη ή προκαλεί δυσανάλογες δαπάνες,
Ή
Β) να μειώσει το τίμημα ή να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, εκτός και αν πρόκειται για επουσιώδες ελάττωμα.
Επιπρόσθετα, όταν υφίσταται έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας ή η τυχόν ελαττωματικότητα του πράγματος οφείλεται σε υπαιτιότητα του πωλητή, ο αγοραστής μπορεί, σωρευτικά, με τα ανωτέρω δικαιώματα να απαιτήσει αποζημίωση για τη ζημία, που δεν καλύπτεται από την άσκηση τους.
Πραγματικό ελάττωμα συνιστά η ατέλεια του πράγματος, που αφορά στην ιδιοσυστασία ή την κατάσταση του κατά τον κρίσιμο χρόνο της αγοράς του και η οποία έχει αρνητική επίδραση στην αξία ή τη χρησιμότητα αυτού.
Ως ιδιότητα δε του πράγματος θεωρείται, όχι μόνο κάποιο συγκεκριμένο φυσικό γνώρισμα ή πλεονέκτημα αυτού, αλλά και οποιαδήποτε σχέση, η οποία, από το είδος και τη διάρκεια της, επιδρά κατά την αντίληψη των συναλλαγών στην αξία ή τη χρησιμότητα του πράγματος, ενώ ως συνομολογημένη νοείται μία ιδιότητα, όταν υπάρχει ρητή ή σιωπηρή συμφωνία των μερών ότι το πράγμα έχει την συγκεκριμένη ιδιότητα, στην ύπαρξη της οποίας αποδίδεται ιδιαίτερη σημασία από τον αγοραστή και την οποία ο πωλητής εγγυάται αναλαμβάνοντας και την ευθύνη για την ενδεχόμενη έλλειψη της.
Η παροχή πράγματος από τον πωλητή στον αγοραστή χωρίς τις ως άνω ιδιότητες και με πραγματικά ελαττώματα είναι θεμελιωτική της ευθύνης λόγω μη εκπληρώσεως και παρέχει στον αγοραστή και το δικαίωμα να αξιώσει, τη διόρθωση του πράγματος ή τη μείωση του τιμήματος. Το δικαίωμα μειώσεως του τιμήματος μπορεί να ασκηθεί είτε δικαστικά με αγωγή είτε εξώδικα με σχετική μονομερή και άτυπη δήλωση του αγοραστή προς τον πωλητή, η οποία διαπλάσσει τη νέα έννομη κατάσταση και επιφέρει τα ενοχικά αποτελέσματα της από τη χρονική στιγμή που θα περιέλθει στον πωλητή. Έκτοτε, ο τελευταίος υποχρεούται, κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό εφόσον το τίμημα κατεβλήθη ολοσχερώς από τον αγοραστή, να επιστρέφει σ’ αυτόν το τμήμα εκείνο του τιμήματος κατά το οποίο μειώθηκε τούτο με την άσκηση του παραπάνω δικαιώματος (αγωγής ή εξωδίκου).
Περαιτέρω, μπορεί να υπάρξει και επιπλέον υποχρέωση του πωλητή να αποζημιώσει τον αγοραστή και να ικανοποιήσει την ηθική του βλάβη, όταν η ζημία (θετική ή αποθετική) προκλήθηκε παρά το νόμο από πράξη ή παράλειψη, η οποία οφείλεται σε δόλο ή αμέλεια του πωλητή και εφόσον υφίσταται αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της πράξης ή παράλειψης και της ζημίας, που επήλθε.
Η ζημία είναι παράνομη όταν με την πράξη ή παράλειψη του υπαιτίου προσβάλλεται δικαίωμα ή και απλό συμφέρον του παθόντος, προστατευόμενο από ορισμένη διάταξη νόμου, η οποία παραβιάσθηκε. Μόνη η αθέτηση προϋφιστάμενης ενοχής είναι μεν πράξη παράνομη, δεν συνιστά όμως και αδικοπραξία, ώστε να δικαιολογεί περαιτέρω αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης.
Είναι ωστόσο δυνατό μια ζημιογόνα ενέργεια, πράξη ή παράλειψη, με την οποία παραβιάζεται η σύμβαση, να θεμελιώνει συγχρόνως και ευθύνη από αδικοπραξία. Αυτό συμβαίνει όταν η ενέργεια αυτή και χωρίς την προϋπάρχουσα συμβατική σχέση θα ήταν παράνομη, ως αντίθετη στο γενικό καθήκον να μην προκαλεί κανείς υπαιτίως ζημία σε άλλον. Ειδικότερα, όταν υπάρχει ενδοσυμβατική ευθύνη για πραγματικό ελάττωμα του πωληθέντος πράγματος, για τη θεμελίωση και αδικοπρακτικής ευθύνης του πωλητή, θα πρέπει η ύπαρξη του ελαττώματος να αποδίδεται σε υπαίτια συμπεριφορά του, όπως συμβαίνει όταν αυτός με πρόθεση επιδιώκει να δημιουργήσει, ενισχύσει ή διατηρήσει πεπλανημένη εντύπωση στον αγοραστή, αναφορικά με την ανυπαρξία πραγματικού ελαττώματος, με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών, ή με την απόκρυψη των αληθινών γεγονότων.
Στην προκειμένη περίπτωση δυνάμει σύμβασης πωλήσεως, που καταρτίστηκε μεταξύ του ενάγοντος αγοραστη και της εναγομένης πωλήτριας, η τελευταία μεταβίβασε του την κυριότητα, ενός επιβατικού μεταχειρισμένου αυτοκινήτου, αντί συμφωνηθέντος τιμήματος 14.450 ευρώ. Κατά την κατάρτιση της άνω συμβάσεως πωλήσεως η εναγομένη υποσχέθηκε στον αγοραστή την πλήρη και κανονική λειτουργία του άνω αυτοκινήτου, απαλλαγμένου τούτου πραγματικών ελαττωμάτων, που θα μείωναν την αξία και την χρησιμότητα του και ότι αυτό έφερε όλες τις συνομολογημένες ιδιότητες του, με βάση το εργοστάσιο κατασκευής του, τον τύπο του και την όλη λειτουργικότητα του, πιστοποιώντας σε ειδικό βιβλίο της ότι εγγυάται για διάστημα τριών (3) ετών, την ανυπαρξία σκουριάς στο αμάξωμα του οχήματος, το ότι αυτό ήταν ατρακάριστο, ότι δεν έφερε καμία μηχανική βλάβη και ότι είχε υποστεί βιολογικό καθαρισμό.
Όμως το άνω αυτοκίνητο κατά την πώληση του έφερε πραγματικό ελάττωμα κεκαλυμμένο και δη βλάβη στον κινητήρα του, η οποία εμφανίστηκε τρεις μήνες από το χρόνο της πώλησης του και είχε ως συνέπεια την πρόκληση και περαιτέρω ζημιών του. Συγκεκριμένα ο ενάγων ξεκίνησε να οδηγεί το ως άνω αυτοκίνητο με συνεπιβάτες τη σύζυγο του και τον υιό τους. Φθάνοντας στην Αττική οδό, στο ύψος της διαδρομής κοντά στο Μαρούσι, η θερμοκρασία εντός του αυτοκινήτου έφθασε σε σημείο ανυπόφορο και τα ηλεκτρολογικά του συστήματα επεδείκνυαν με ανάλογο φωτισμό μηχανική βλάβη, οπότε ο ενάγων σταμάτησε το όχημα σε παρακείμενο χώρο για να μην υποστεί περαιτέρω απρόβλεπτες ζημίες και κάλεσε την οδική βοήθεια της Αττικής οδού. Ο τεχνικός που κατέφθασε είπε στον ενάγοντα και την οικογένεια του ότι μάλλον είχε καεί η φλάντζα του αυτοκινήτου, ότι είχαν χυθεί σε όλο το χώρο της μηχανής του υγρά του ψυγείου της από την υπερθέρμανση και ότι αυτό δεν μπορούσε να κινηθεί αυτοδυνάμως.
Κατόπιν τούτου το παραπάνω αυτοκίνητο μεταφέρθηκε με γερανοφόρο όχημα προς επισκευή στο εξουσιοδοτημένο συνεργείο της αντιπροσωπείας CITROEN, με τον διακριτικό τίτλο «Ωμέγα Ελλάς», της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «… Ε.Π.Ε.», όπου διαπιστώθηκαν εκτεταμένες βλάβες του και δη προϋπάρχουσα βλάβη του κινητήρα του, που εμφάνισε στρέβλωση του συστήματος μπλοκαρίσματος του, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη η κίνηση του χωρίς τριβή των εσωτερικών τμημάτων της μηχανής του και από το απότομο και ανεξέλεγκτο ανέβασμα της θερμοκρασίας του αυτοκινήτου, να υφίσταται κίνδυνος της ανά πάσα στιγμή ανάφλεξης του. Κατά σύσταση του άνω συνεργείου το αυτοκίνητο έπρεπε να μεταφερθεί στο συνεργείο της εναγομένης, προκειμένου να επισκευασθεί με έξοδα και δαπάνες της τελευταίας, με βάση την τριετή εγγύηση, που είχε χορηγήσει στους άνω αγοραστές για την καλή μηχανική λειτουργία του αυτοκινήτου κατά την πώληση του και ότι η ζημία του καλυπτόταν απ’ αυτήν.
Πράγματι το άνω αυτοκίνητο μεταφέρθηκε με γερανό στο συνεργείο της εναγομένης, για να επισκευασθεί με έξοδα και δαπάνες της, πλην όμως, παρότι το αυτοκίνητο παρέμεινε εκεί επί 27 ημέρες, η εναγομένη αδιαφορώντας δεν προέβη σε επισκευή του, οπότε ο ενάγων αναγκάστηκε να μεταφέρει εκ νέου το αυτοκίνητο στο άνω εξουσιοδοτημένο συνεργείο CITROEN προς επισκευή του, για την οποία καταβλήθηκε συνολικά το ποσό των 3.200 ευρώ. Συγκεκριμένα για αγορά των ανταλλακτικών, ο ενάγων κατέβαλε το ποσό των 2.318,60 € και για την εκτέλεση των εργασιών, κατέβαλε το ποσό των 881,40 €. Επιπλέον αποδείχθηκε ότι παρά την επισκευή του αυτοκινήτου, εξαιτίας του άνω ελαττώματος του και λαμβανομένων υπόψη του ύψους, της φύσης, του είδους και της έκτασης των προκληθεισών εξαιτίας του άνω ελαττώματος ζημιών του, υπέστη μείωση της αγοραστικής του αξίας, η οποία εκτιμάται στο ποσό των 600 ευρώ.
Η εναγομένη ως εταιρεία ειδικευμένη στην πώληση μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, γνώριζε ότι το αυτοκίνητο έφερε σοβαρό μηχανικό ελάττωμα κατά την πώληση του, που μπορούσε να διαπιστωθεί από τους τεχνικούς συμβούλους της, με απλό έλεγχο της μηχανής του οχήματος, ώστε αυτό ή να επιδιορθωθεί πρώτα και μετά να πωληθεί ή να μειωθεί η αξία πωλήσεως του, κατά το ποσό που το τίμημα εκ των πραγμάτων θα απομειωνόταν, με βάση τη δαπάνη αποκαταστάσεως του πραγματικού ελαττώματος, που αυτό έφερε και έπρεπε πριν την πώληση, με βάση την καλή συναλλακτική πίστη, τα χρηστά ήθη και την συναλλακτική ευθύτητα, να επιδιορθωθεί. Η εναγομένη ευθύνεται από την σύμβαση για το κρυμμένο ελάττωμα που έφερε το αυτοκίνητο κατά την πώληση του, που διαπιστώθηκε εντός εξαμήνου και συνεπώς, τεκμαίρεται ότι υπήρχε κατά την παράδοση αυτού και πρέπει να υποχρεωθεί να καταβάλλει στον ενάγοντα-αγοραστή του επίδικου αυτοκινήτου ανάλογη αποζημίωση.
Τέλος, αποδείχθηκε ότι από την ως άνω συμπεριφορά της εναγομένης, η οποία πέραν του ότι αποτελεί αθέτηση συμβατικής υποχρέωσης, συνιστά και αδικοπραξία, καθόσον αυτή αν και γνώριζε κατά το χρόνο παράδοσης του αυτοκινήτου στον ενάγοντα – αγοραστή την ύπαρξη του ανωτέρω πραγματικού ελαττώματος, εντούτοις δολίως το απέκρυψε και παριστάνοντας του ψευδή γεγονότα ως αληθή πέτυχε να της καταβάλει ο ενάγων-αντισυμβαλλόμενός της το άνω ποσό του τιμήματος κατά το ανάλογο ποσοστό της συγκυριότητας του. Εξαιτίας της άνω αδικοπραξίας της εναγομένης, ο ενάγων υπέστη ηθική βλάβη και δικαιούται ανάλογης χρηματικής ικανοποίησης, το ύψος της οποίας, πρέπει να ανέλθει στο ποσό των 600 ευρώ.